«Ρελάνς» της Τουρκίας με 40 μαχητικά F-16 Viper

«Ρελάνς» της Τουρκίας με 40 μαχητικά F-16 Viper

ΦΩΤΟ: Το πρωτότυπο του ελληνικού προγράμματος Viper προσγειώνεται τον περασμένο Φεβρουάριο στις εγκαταστάσεις της Lockheed Martin, στο Fort Worth του Τέξας, για την έναρξη πτητικών δοκιμών και πιστοποίησης

Εξισορρόπηση δυνάμεων στον αέρα επιχειρεί η Αγκυρα, αιτούμενη προς τις ΗΠΑ την προμήθεια των πλέον σύγχρονων αεροσκαφών μαζί με αναβάθμιση ακόμη 80 παλαιότερων. Η Αθήνα δεν πρέπει να επαναπαυτεί στα 24 Rafale

Από τον Περικλή Ζορζοβίλη - ΠΗΓΗ: ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ 17/10/2021 - [Μετατροπή σε κείμενο: staratalogia.gr]

Το τουρκικό αίτημα προς τις ΗΠΑ για την προμήθεια 40 νέων F-16 της διαμόρφωσης Block 70/72 Viper και 80 συλλογών αναβάθμισης ισάριθμων F-16 παλαιότερων εκδόσεων στην ίδια διαμόρφωση έχει πολύ σημαντικές στρατηγικές και επιχειρησιακές προεκτάσεις.

Σε ό,τι αφορά τις πρώτες, είναι προφανές ότι αποτελεί μέρος της συνολικής διαπραγμάτευσης που επιχειρεί η Τουρκία με τις ΗΠΑ για τον επανακαθορισμό των διμερών σχέσεών τους στο νέο πλαίσιο που διαμορφώνεται σε παγκόσμιο επίπεδο, με ταυτόχρονη αποδοχή από την Ουάσινγκτον της στρατηγικής αυτονομίας της Τουρκίας και καθιέρωσής της ως περιφερειακής – παγκόσμιας δύναμης.

Εξισορρόπηση

Σε επιχειρησιακό επίπεδο, το αίτημα αποτελεί προσπάθεια της Τουρκίας να εξισορροπήσει τη σημαντική αύξηση της δυνατότητας προβολής ισχύος της Πολεμικής Αεροπορίας (Π.Α.) μέσω της προμήθειας των 24 Rafale και της αναβάθμισης των 84 F-16 στη διαμόρφωση Viper. Ταυτόχρονα αποτελεί μονόδρομο, καθώς μετά την αποβολή της από το πρόγραμμα του μαχητικού 5ης γενιάς F-35 Lightning II, λόγω των ρωσικής προέλευσης συστημάτων αντιαεροπορικής και αντιπυραυλικής άμυνας S-400 Triumph, η Άγκυρα δεν έχει εναλλακτικές επιλογές για την ανανέωση του στόλου μαχητικών.

Παρά τις κατά καιρούς δηλώσεις για την προμήθεια μαχητικών από τη Ρωσική Ομοσπονδία, η μετάβαση μίας αεροπορίας η οποία επί δεκαετίες είναι αποκλειστικά βασισμένη σε αμερικανικά / νατοϊκά πρότυπα είναι κάθε άλλο παρά εύκολη, χρονοβόρα και σαφώς υψηλότατου κόστους. Πρακτικά ισοδυναμεί με δημιουργία αεροπορίας εκ του μηδενός.

Στόλος από 230 F-16

Σήμερα η Τουρκία επιχειρεί αποκλειστικά με μαχητικά αμερικανικής προέλευσης, περί τα 230 F-16 διάφορων εκδόσεων και αριθμό (από 18 έως 45, ανάλογα με την πηγή), F-4E/2020 Terminator, τα οποία βρίσκονται στη δύση του επιχειρησιακού βίου τους. Τα 230 F-16C/-D (μονοθέσια / διθέσια) των εκδόσεων Block 30/-40/-50 αποτελούν τα εναπομείναντα από συνολικά 270 που η προμήθειά τους έγινε στο πλαίσιο τεσσάρων προγραμμάτων Peace Onyx (Ι έως IV) και τα οποία εντάχθηκαν σε υπηρεσία από το 1987 (τα παλαιότερα) έως το 2012 (τα νεότερα).

Για την ανανέωση του στόλου ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε την προμήθεια 100 F-35A Lightning II και την εγχώρια σχεδίαση, ανάπτυξη και παραγωγή του μαχητικού TF-X για την αντικατάσταση των υπολοίπων. Πλέον η πρώτη επιλογή δεν υφίσταται, ενώ το TF-X αναμένεται να πραγματοποιήσει την παρθενική πτήση του το 2025 και να ενταχθεί σε υπηρεσία περί το 2030, εφόσον δεν αντιμετωπίσει περαιτέρω δυσκολίες και καθυστερήσεις στο πρόγραμμα ανάπτυξης.

Η τρίτη διάσταση

Το τουρκικό αίτημα έχει ακόμη μία διάσταση. Αποτελεί αδιαμφισβήτητη απόδειξη ότι η προμήθεια των Rafale και η αναβάθμιση των 84 F-16 στη διαμόρφωση Viper ανάγκασαν την Άγκυρα να αναζητεί εναγωνίως λύσεις – αντίμετρα εξισορρόπησης. Σαφώς η τύχη του τουρκικού αιτήματος αποτελεί ζήτημα ύψιστου ενδιαφέροντος για την ελληνική πλευρά. Στην περίπτωση που οι ΗΠΑ το αποδεχθούν, το πλεονέκτημα που σε λίγα χρόνια θα αποκτήσει η Π.Α. με τα Rafale και τα F-16 Viper εξισορροπείται. Αν το απορρίψουν, η Τουρκία θα υποχρεωθεί να δαπανήσει ακόμη περισσότερους πόρους για να αντιμετωπίσει τον διαμορφούμενο, αρνητικό γι’ αυτήν, συσχετισμό ισχύος.

Όμως και στις δύο περιπτώσεις, η ελληνική πλευρά δεν θα πρέπει να εφησυχάσει και να εγκαταλείψει ημιτελή την προσπάθεια αναβάθμισης της εθνικής αεροπορικής ισχύος, απαξιώνοντας την επένδυση που έχει ήδη γίνει, αλλά να την ολοκληρώσει διευρύνοντας το επιχειρησιακό προβάδισμα που έχει αποκτήσει. Σε αυτό το πλαίσιο, επιβάλλεται να ληφθούν άμεσα οι αποφάσεις για δύο προγράμματα, τα οποία συνδέονται άμεσα με το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού Viper.

Η Ελλάδα μπορεί να αναβαθμίσει 70 παλαιότερα F-16

Το πρώτο πρόγραμμα που οφείλει να υλοποιήσει η Ελλάδα αφορά τον εκσυγχρονισμό 38 F-16C/-D Block 50 του προγράμματος «Peace Xenia II», που εντάχθηκαν σε υπηρεσία πριν από 23-25 έτη, και ο οποίος «καρκινοβατεί» για περισσότερο από έναν χρόνο. Ο εκσυγχρονισμός θα αποδώσει μαχητικά σε διαμόρφωση όμοια με αυτή των Block 52+ Advanced του προγράμματος «Peace Xenia IV», που εντάχθηκαν σε υπηρεσία τη διετία 2009-2010 και επιχειρούν από την αεροπορική βάση του Αράξου. Η εν λόγω διαμόρφωση είναι η πλέον προηγμένη, με εξαίρεση τη διαμόρφωση Viper που ενσωματώνει και ραντάρ ενεργητικής ηλεκτρονικής σάρωσης AESA.

Το δεύτερο πρόγραμμα αφορά τον εκσυγχρονισμό  των 32 F-16C/-D Block 30 του προγράμματος «Peace Xenia I». Παρά τις περισσότερες από τρεις δεκαετίες σε υπηρεσία, λόγω των προγραμμάτων δομικής αναβάθμισης που μέχρι σήμερα έχουν εφαρμοστεί, τα μαχητικά έχουν ακόμη σημαντικό υπολειπόμενο όριο ζωής. Μάλιστα, με στοχευμένες δομικές τροποποιήσεις εκτιμάται ότι το όριο ζωής μπορεί να αυξηθεί περαιτέρω στις 10.000 ώρες πτήσης (κατά μέσο όρο, κάθε μαχητικό της έκδοσης έχει συμπληρώσει 5.000 ώρες πτήσης).

Κοινό χαρακτηριστικό των δύο προγραμμάτων εκσυγχρονισμού είναι η χρήση απαρτίων (LRUs) που προέρχονται από τα 84 μαχητικά που ήδη αναβαθμίζονται σε διαμόρφωση Viper. Έτσι, εξοικονομούνται σημαντικά ποσά και αξιοποιούνται υλικά που αλλιώς θα διαγραφούν ως… άχρηστα.

Η υλοποίηση, με υψηλό ποσοστό εγχώριας συμμετοχής σε ό,τι αφορά τις εργασίες, των δύο προγραμμάτων θα αποδώσει στην Π.Α. 70 μαχητικά με επαρκές υπόλοιπο ορίου ζωής. Θα αυξήσει την ομοιοτυπία, μειώνοντας τις εκδόσεις των F-16 από τέσσερις σε δύο, και θα συμπιέσει τα κόστη επιχειρησιακής εκμετάλλευσης, υποστήριξης, συντήρησης και εκπαίδευσης. Σε διαφορετική περίπτωση τα 70 Block 30 και Block 50, που αντιπροσωπεύουν το 45% του στόλου των F-16 και το 30% του συνολικού στόλου των μαχητικών, σταδιακά θα απαξιωθούν και εκ των πραγμάτων θα απαιτηθεί η αντικατάστασή τους. Όμως η δαπάνη που θα απαιτηθεί θα είναι πολλαπλάσια του κόστους εκσυγχρονισμού (για παράδειγμα, η αγορά από την Ταϊβάν το 2019 66 μαχητικών F-16 Block 70 Viper, συναφούς εξοπλισμού και υποστήριξης, είχε κόστος 8 δισ. δολάρια).

Αντί την παρούσα περίοδο να συζητάμε τον εκσυγχρονισμό των 70 F-16 Block 30 και 50, θα έπρεπε να ασχολούμαστε με το πώς θα εκτελεστούν ομαλά και θα συντονιστούν στο μέγιστο δυνατό βαθμό τα τρία προγράμματα εκσυγχρονισμού (Viper, Block 30 και Block 50), ώστε η Π.Α. να διαθέτει επαρκή αριθμό ετοιμοπόλεμων μαχητικών για να αντιμετωπίσει την τουρκική επιθετικότητα. Όμως ακόμη και τώρα αν αποφασιστεί ο εκσυγχρονισμός των 70 μαχητικών, σε μερικά χρόνια η Π.Α. θα διαθέτει μία σύγχρονη δύναμη 154 F-16 που με αυξημένων δυνατοτήτων όπλα (όπως οι συλλογές κατεύθυνσης βομβών Spice και τα υπερηχητικά όπλα προσβολής ακριβείας Rampage, η προμήθεια των οποίων εγκρίθηκε την περασμένη Πέμπτη) θα μπορεί να επιφέρει καταστρεπτικά πλήγματα στον αντίπαλο συνδράμοντας την αεροπορία «σοκ και δέος» (Rafale, F-16 Viper) και παράλληλα αναλαμβάνοντας την καθημερινή αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων ως αεροπορία «καθημερινότητας».

Το μόνο που απαιτείται είναι να μην κλοτσήσουμε την καρδάρα με το γάλα.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια