Χαμένη υπόθεση ο ελληνο-τουρκικος διάλογος

Χαμένη υπόθεση ο ελληνο-τουρκικος διάλογος

Του Γεωργίου Κασσαβέτη
Επισμηναγού (Ι) ε.α. - τ. Κυβερνήτου Ο.Α.

Λέγεται ότι «μετά από κάθε χειραψία με Τούρκους πρέπει να μετράς τα δάκτυλά σου». Προφανώς η ρήση είναι συμβολική και σημαίνει, ότι σε κάθε συναλλαγή με τους Τούρκους κάτι χάνεις. Όταν λοιπόν κάθε δοσοληψία με απλούς Τούρκους πολίτες καθίσταται ζημιογόνος, εύκολο είναι να αντιληφθεί κανείς, πόσο επιζήμιο είναι να διαπραγματεύεται κανείς με τους κληρονόμους του Φαναρίου Τούρκους διπλωμάτες.

Ο Υπουργός Εξωτερικών της Αγγλίας Λόρδος Κώρζον, ο οποίος προήδρευε της Επιτροπής επί «των εδαφικών και στρατιωτικών ζητημάτων» κατά τις διαπραγματεύσεις της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάνης, έγραφε σχετικά τα εξής. «Οι Τούρκοι καθίστανται ανυπόφοροι και αναιδείς… Ευρίσκομαι εδώ πέραν των τριών εβδομάδων και ούτε έν σημείον έχει τελικώς ρυθμιστεί. Η ημέρα παρέρχεται με συνεχείς έριδας. Εκάμαμεν κάθε δυνατήν παραχώρησιν, αλλ’ οι Τούρκοι μάχονται επί παντός σημείου, ως να ήσαν οι κατακτηταί του κόσμου….. Οι Τούρκοι γίνονται ημέραν με την ημέραν πλέον αναιδείς και ατίθασοι και αρχίζω να απελπίζομαι. Από συνομιλία μου με τον Ισμέτ Πασά, η εντύπωση που απεκόμισα, ήτο ως να ομιλούσα με την πυραμίδα του Χέοπος». Το θράσος του Ισμέτ Ινονού, ο οποίος προΐστατο της τουρκικής αντιπροσωπίας στη Λωζάνη, τον οδήγησε στο έσχατο σημείο αποθράσυνσης να ζητήσει την προεδρία μιας των επιτροπών, παρά το γεγονός ότι αυτή ανετίθετο εναλλάξ μόνο στους εκπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων, ήτοι των χωρών που είχαν συγκαλέσει τη Διάσκεψη.

Ανάλογη εμπειρία του τρόπου με τον οποίο διαπραγματεύονται οι Τούρκοι έχομε κι από την τριμερή Διάσκεψη στο Λάγκαστερ Χάουζ του Λονδίνου στα τέλη Αυγούστου του 1955, μεταξύ Ελλάδος, Τουρκίας και Μεγάλης Βρετανίας, λίγο πριν «Τα Σεπτεμβριανά», με την έναρξη της οποίας ο Τούρκος Υπουργός των Εξωτερικών Φατίν Ζορλού, με τηλεγράφημά του ζήτησε από την κυβέρνηση της χώρας του, να διοργανώσει συλλαλητήρια , προκειμένου να ενισχυθούν οι θέσεις της χώρας του στη Διάσκεψη. Η παμπόνηρη τουρκική διπλωματία, η οποία είτε μας αρέσει, είτε όχι, είναι μια από τις καλύτερες διπλωματίες του κόσμου, αναλόγως της περιστάσεως εμφανίζεται με δύο εντελώς αντίθετα πρόσωπα. Άλλοτε μεν κρατώντας «κλάδον ελαίας», κι άλλοτε κραδαίνοντας «τα τύμπανα του πολέμου», ή διαφορετικά, άλλοτε «ως περιστερά», κι άλλοτε ως «ιέραξ».

Κρατώντας «κλάδον ελαίας» εμφανίζονται τις τελευταίες ημέρες οι εκπρόσωποι της Τουρκίας, ώστε να διερωτώνται ορισμένοι αδαείς. Τι άλλαξε ξαφνικά και η Τουρκία εμφανίζεται με την επιμελημένη και σύμφωνη με το savoir vivre συμπεριφορά της; Άλλαξε ξαφνικά πρόσωπο η εξωτερική της πολιτική; Ασφαλώς όχι. Η πολιτική «του μαστιγίου και του καρότου», την οποία ακολουθεί η Τουρκία και η οποία έχει αποδειχθεί λίαν αποτελεσματική, είναι πάγια και διαχρονική. Απλώς αυτή προσαρμόζεται κάθε φορά στις κρατούσες συνθήκες. Και οι συνθήκες, οι οποίες αυτή τη στιγμή επιβάλλουν τη γραμμή της «περιστεράς», είναι αφ’ ενός μεν η έναρξη των διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο χωρών, εν όψει των οποίων η Τουρκία επιθυμεί να κερδίσει τη μάχη των εντυπώσεων, αφ’ ετέρου δε οι επαπειλούμενες κυρώσεις εναντίον της από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Βέβαια οι τουρκόφιλοι μανδαρίνοι της Ευρωπαϊκής Ενώσεως φρόντισαν να αναβάλουν τη Σύνοδο Κορυφής για τη 1 και 2 Οκτωβρίου, θέτοντας σε «καραντίνα», λόγω ενδεχομένης μολύνσεώς του από τον κορονοϊό, τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σάρλ Μισέλ, ώστε να αποφύγουν, προς το παρόν τουλάχιστον, το πικρόν ποτήριον των κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας.

Αλλά κι αν δεν ανεβάλλετο η διάσκεψη, υπάρχει νουνεχής Έλληνας που πιστεύει, ότι θα άφηνε η Γερμανία με τους Σκανδιναβούς δορυφόρους της να επιβληθούν κυρώσεις στην Τουρκία, η οποία είναι παραδοσιακή σύμμαχός της και στην οποία έχει επενδύσεις δισεκατομμυρίων ευρώ; Ή πιστεύει κανείς ακόμη, ότι σε περίπτωση που οι κυρώσεις αυτές δεν επιβληθούν, η Τουρκία θα συνεχίσει να συμπεριφέρεται ως «περιστερά»; Ασφαλώς όχι. Κι αυτό αποδεικνύεται από τη μακραίωνα αρπακτική ιστορία της. Άλλωστε κι αν θέλαμε να ξεχάσουμε την παλαιότερη ιστορία της, τη διαχρονική πολιτική πρακτική της μας θυμίζει η σημερινή της. Η πολιτική της «Γαλάζιας Πατρίδας», την οποία έχει υιοθετήσει και ακολουθεί πιστά ο Πρόεδρος Ερντογάν και δια της οποίας αποβλέπει στον σφετερισμό 460.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων θαλασσίας εκτάσεως, η οποία ανήκει στην ελληνική και κυπριακή ΑΟΖ, αποδεικνύει του λόγου το αληθές.

Διαπορούμε ειλικρινά με τη λογική της κ. Μέρκελ. Πιστεύει στ’ αλήθεια, ότι υπάρχει λύση στις ελληνο – τουρκικές διαφορές, όταν στη μεν ελληνική ατζέντα υπάρχει μόνο το πρόβλημα «του ορισμού των θαλασσίων ζωνών – ΑΟΖ και Υφαλοκρηπίδος», στη δε τουρκική «η Υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ των νήσων, η στρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, η αμφισβήτηση της ελληνικότητος 27 νησιών και βραχονησίδων του Αιγαίου, το εύρος της Αιγιαλίτιδος Ζώνης, ο Εναέριος Χώρος και το FIR»; Πιστεύει, ότι η Τουρκία θα διαγράψει από την ατζέντα της όλα αυτά τα θέματα, στα οποία στηρίζει την αναβίωση της αλήστου μνήμης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και με «το δίκαιο» των οποίων έχει διαπλάσει τις νέες γενιές; Αλλά κι αν έστω δεχθούμε, εντελώς υποθετικά, ότι η Τουρκία δεχόταν την ελληνική ατζέντα, ποιος μας διασφαλίζει ότι θα τηρούσε τα συμφωνηθέντα και δε θα επανερχόταν αργότερα με τις ίδιες απαιτήσεις; Ξεχνούμε τη συμφωνία Καραμανλή – Ντεμιρέλ στις Βρυξέλλες, τον Μάιο του 1975, για την παραπομπή του προβλήματος της Υφαλοκρηπίδος στη Χάγη και την υπαναχώρηση της Άγκυρας; Ή τη συμφωνία της Βουλιαγμένης το 1988, περί μη εκτελέσεως ασκήσεων κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου και θρησκευτικών εορτών, την οποία η Τουρκία γράφει κυριολεκτικά στα παλαιότερα των υποδημάτων της;

Ούτως λοιπόν εχόντων των πραγμάτων η περίπτωση της αποτυχίας των διαπραγματεύσεων φαίνεται η επικρατέστερη. Αλλά τότε υπάρχει εναλλακτική λύση; Η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αποτελεί ενδεχόμενη λύση; Τη θεωρώ ουτοπία, για ένα και μόνο απλούστατο λόγο. Κατ’ αρχάς η προσφυγή στη Χάγη προϋποθέτει την αμοιβαία βούληση αμφοτέρων των διαδίκων και την υπογραφή του «συνυποσχετικού», στο οποίο θα αναγράφονται τα αμοιβαίως συμφωνηθέντα προβλήματα, τα οποία θα τεθούν υπό την κρίση του Διεθνούς Δικαστηρίου και τη δέσμευσή τους, ότι θα αποδεχθούν και θα εφαρμόσουν την απόφασή του. Ο λόγος λοιπόν για τον οποίο πιστεύω ότι η προσφυγή στη Χάγη είναι ανέφικτη, είναι ο εξής. Υπάρχει περίπτωση η Ελλάδα να υπογράψει «συνυποσχετικό», με το οποίο θα παραπέμπονται στη Χάγη τα προβλήματα της ελληνικότητος των νήσων του Ανατολικού Αιγαίου, της αποστρατιωτικοποίησης των νήσων αυτών, του Εναερίου Χώρου του Αιγαίου και του FIR Αθηνών; Υπάρχει Έλληνας Υπουργός ή Πρωθυπουργός που αμφισβητεί την ελληνικότητα των νησιών, τα οποία με τις Συνθήκες της Λωζάνης του 1923 και των Παρισίων του 1947 έχουν δικαίως και νομίμως αποδοθεί στην Ελλάδα και θα την παραπέμψει στη διαιτησία; Κι ακόμη θα βρεθεί Έλληνας αξιωματούχος που θα δεχθεί, ότι τα ελληνικά αεροπλάνα της Πολιτικής μας Αεροπορίας για να πετάξουν στη Σάμο, στη Χίο, στη Λέσβο, ή στη Σαντορίνη, θα πρέπει να παίρνουν άδεια από τον τουρκικό Έλεγχο Εναερίου Κυκλοφορίας της Κωνσταντινουπόλεως (Istanbul Air Traffic Control Center); Δηλαδή το FIR (Περιοχή Πληροφοριών Πτήσεων) Αθηνών, το οποίο σήμερα με απόφαση του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) συμπίπτει με τα ελληνοτουρκικά σύνορα, θα περιοριστεί στο μέσο του Αιγαίου, όπως επιζητεί η τουρκική Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας;

Σύμφωνα με πληροφορίες πηγών του ΝΑΤΟ, η καταφανώς πλέον τουρκόφιλη ηγεσία του Γενικού Γραμματέα της Συμμαχίας κ. Γενς Στόλτενμπεργκ, για να διευκολύνει δήθεν τις ελληνοτουρκικές συνομιλίες έριξε στο τραπέζι την πρόταση «της μερικής αποστρατικοποίησης ορισμένων νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, με αντάλλαγμα τη μεταφορά από τα παράλια της Μικράς Ασίας στην ενδοχώρα ορισμένων στρατιωτικών μονάδων του τουρκικού στρατού». Με την πρόταση αυτή η οποία αδιαμφισβήτητα είναι υπέρ των τουρκικών συμφερόντων, κατά την άποψη των «φίλων» διαμεσολαβητών «απομακρύνεται η πιθανότητα ελληνοτουρκικής συρράξεως».

Η πρόταση αυτή πρέπει ασυζητητί να απορριφθεί. Πρώτον διότι κρύβει ολισθηρές παγίδες εις βάρος της αμυντικής θωράκισις της χώρας μας και δεύτερον διότι αποτελεί έναν δόλιο τρόπο προκειμένου να αποστρατιωτικοποιηθούν τα νησιά αυτά, τα οποία νομίμως έχουν οργανώσει την άμυνά τους. Η μεταφορά ορισμένων «αμφιβίων ταγμάτων» του τουρκικού Στρατού στην ενδοχώρα, όπως αναφέρει η πρόταση, επ’ ουδενί λόγο μειώνει τη μαχητική ικανότητα της πανίσχυρης «Στρατιάς του Αιγαίου», η οποία εδρεύει στη Σμύρνη, κατέναντι, και σε απόσταση αναπνοής από τα νησιά Λέσβο, Χίο, Σάμο και η οποία ενισχυθείσα τελευταία από αρκετές αμφίβιες μονάδες, έχει μετονομαστεί σε «4η Στρατιά». Άλλωστε το παράδειγμα της Κύπρου είναι πολύ πρόσφατο, ώστε να παραβλέψουμε τις αρπακτικές διαθέσεις της Τουρκίας, πολλώ δε μάλλον όταν αυτές ομολογούνται από τους ίδιους τους πολιτικούς της, οι οποίοι κυνικότατα αμφισβητούν την ελληνικότητα των είκοσι επτά (27) Νησιών και Βραχονησίδων του Αιγαίου.

Περαίνοντας θα αποτελούσε σοβαρή παράλειψη, αν δεν αναφερόμαστε στην αποστομωτική απάντηση του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Προκόπη Παυλόπουλου, στις αιτιάσεις της Τουρκίας, τόσο όσον αφορά στην ατζέντα των προς συζήτηση θεμάτων των επικειμένων συνομιλιών, όσο και στο θέμα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, στη βαρυσήμαντη ομιλία του στο Συνέδριο των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας στο Καστελλόριζο, στις 19 Σεπτεμβρίου. Αναλυτικότερα ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Παυλόπουλος κατά την εν λόγω περισπούδαστη και νομικά τεκμηριωμένη ομιλία του είπε τα εξής:

α. «Αδιαπραγμάτευτη Εθνική μας Θέση είναι ότι μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας υφίσταται μια, και μόνη, διαφορά, εκείνη της οριοθέτησης της νησιωτικής υφαλοκρηπίδος και των αντίστοιχων θαλασσίων ζωνών. Ουδένα δε ζήτημα υφίσταται, ως προς την αμυντική θωράκιση των Ελληνικών νησιών του Αιγαίου».

β. «Η Ελλάδα έχει το δικαίωμα – αλλά και την υποχρέωση, αφού τούτο αφορά στην προστασία της Ελληνικής Επικράτειας – τόσο για δικό της λογαριασμό, όσο και απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ως πλήρες Κράτος – Μέλος της, να θωρακίζει αμυντικώς όλα ανεξαιρέτως τα Νησιά της στο Αιγαίο, ανεξαρτήτως της έκτασης του εδάφους τους και του αν κατοικούνται ή όχι. Το δικαίωμα αυτό στηρίζεται στις διατάξεις του άρθρου 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, οι οποίες κατοχυρώνουν το δικαίωμα Κράτους – Μέλους «περί νόμιμης άμυνας», όχι μόνο σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης εναντίον του, αλλά και σε περίπτωση «απειλής χρήσης βίας», ή ακόμη και «επικείμενης απειλής», όπως προκύπτει από την πρακτική αυτού τούτου του ΟΗΕ. Και είναι δεδομένο ότι η Τουρκία, ιδίως μετά την εισβολή στην Κύπρο το 1974, το εντελώς αυθαίρετο «casus belli», ως προς την επέκταση της Αιγιαλίτιδος Ζώνης και τον σχηματισμό της «Στρατιάς του Αιγαίου», απειλεί διαχρονικώς και ευθέως την Ελλάδα, και με τη χρήση βίας – όπως αποδεικνύει, επιπροσθέτως, η πρόσφατη στάση της, μετά τη «σύναψη» του λεγόμενου «τουρκολυβικού μνημονίου» - παραβιάζοντας ευθέως το Διεθνές Δίκαιο και κατ’ εξοχήν, το Δίκαιο της Θάλασσας κατά την Συνθήκη του Montego Bay του 1982».

γ. «Το ίδιο δικαίωμα – άρα και την ίδια υποχρέωση - αντλεί η Ελλάδα και με βάση το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και το αντίστοιχο Ευρωπαϊκό Κεκτημένο, υπό τα δεδομένα της διαρκώς εντεινόμενης προκλητικής και επιθετικής συμπεριφοράς της Τουρκίας απέναντί της, η οποία, κατά τα συμπεράσματα της Ευρωμεσογειακής Διάσκεψης της 10ης Σεπτεμβρίου 2020 στο Αιάκειο της Κορσικής, παραβιάζει ευθέως την Κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος»

δ. «Η Τουρκία ουδόλως και καθ’ οιονδήποτε τρόπο μπορεί να επικαλείται τη Σύμβαση Ειρήνης των Παρισίων του 1947, δια της οποίας παραχωρήθηκαν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα. Και αυτό επειδή η Τουρκία δεν υπήρξε συμβαλλόμενο μέρος στην ως άνω Συνθήκη, η οποία έχει συναφθεί μεταξύ των Συμμάχων νικητών του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και της Ιταλίας. A fortiori, η Τουρκία οφείλει να σέβεται στο ακέραιο την Συνθήκη Ειρήνης, η οποία συνιστά έναντι αυτής,“res inter alios acta”».

ε. «Επί πλέον, και εν όψει της κατάφωρης τουρκικής προκλητικότητος και ευθείας απειλής εναντίον της, η Ελλάδα δικαιούται, ανά πάσα στιγμή να ζητήσει, ως Κράτος – Μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, την ενεργοποίηση της ρήτρας “Αμοιβαίας Άμυνας” κατά τις διατάξεις του άρθρου 42 παρ. 7 της ΣΕΕ».

Κλείνοντας εκφράζουμε και πάλι τη βεβαιότητά μας για την αποτυχία των συνομιλιών, στις οποίες , τη επεμβάσει εξωγενών παραγόντων, έχουμε οδηγηθεί, για τους λόγους που λεπτομερώς αναπτύξαμε ανωτέρω.

Υ.Γ. Την ώρα που εγράφοντο αυτές οι γραμμές ανακοινώθηκε η απόφαση του «Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας (ΣΕΑ)» της Τουρκίας, το οποίο συνεδρίασε στις 24.9.2020, υπό την προεδρία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Σύμφωνα λοιπόν με την απόφαση του ανωτάτου αυτού οργάνου του τουρκικού κράτους, η οποία ευθέως οδηγεί στο προβλεφθέν ανωτέρω αποτέλεσμα των επικείμενων συνομιλιών : «Η Τουρκία προτρέπει τις χώρες, που ενεργούν κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, ιδίως για την στρατιωτικοποίηση των νησιών, να ενεργήσουν με κοινή λογική. Δεν θα κάνουμε κανέναν συμβιβασμό και καμία υποχώρηση σε ότι αφορά τα δικαιώματα του τουρκικού έθνους σε ξηρά, θάλασσα και αέρα». Κατά τα άλλα η απόφαση του ΣΕΑ της Τουρκίας «τάσσεται πάγια υπέρ του διαλόγου για δίκαιη – κατά τη λογική του Καραγκιόζη – κατανομή των φυσικών πόρων στην περιοχή και ζητεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους οργανισμούς να σεβαστούν τα δικαιώματα της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων».

Δημοσίευση σχολίου

1 Σχόλια

  1. Διαλέξτε σε προσεχή συζήτηση και κανένα από τα εθνικά θέματα να συζητηθούν ρεαλιστικά – όχι με την μορφή μύθου που αρέσει – όπως π.χ. α) Εύρος εναέριου χώρου της Ελλάδας, αλήθειες και ψέμματα, β) Προσφυγή στη Χάγη (με την ελληνική νομοθεσία μπορεί να γίνει ακόμα και στην υποθετική περίπτωση που η Τουρκία μας παρακαλάει γι’ αυτό;), γ) Άρθρο 5 του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ), τι ακριβώς αναφέρει αυτό το πολυθρύλητο άρθρο; αλήθειες και ψέματα (π.χ. Αν η Ρωσία εισβάλει σε μεθοριακή πόλη στην Πολωνία, αμέσως κηρύσσουν πόλεμο όλες οι χώρες μέλη του ΝΑΤΟ και στέλνουν βομβαρδιστικά, καταδρομείς και εκτοξεύουν πυραύλους;)
    Επειδή με κάτι τέτοια – όχι με την Ουκρανία – μπορεί να μπλέξουμε άσχημα και τότε η κυβέρνηση που θα είναι στην εξουσία θα πρέπει να εξηγήσει πολλά στο λαό

    ΑπάντησηΔιαγραφή